Συνέντευξη στο TexnesOnLine.gr

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου "Οδοιπόρος" που δημοσιεύθηκε στις 7 Φεβρουαρίου στο διαδικτυακό περιοδικό TexnesOnLine.


Κύριε Νίκου, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό, συγγραφέα, ποιητή, μεταφραστή, αρθρογράφο, κριτικό λογοτεχνίας ή δοκιμιογράφο; Τι απ’ όλα αυτά υπερισχύει;

Προτιμώ συνήθως να συστήνομαι ως ένας άνθρωπος που αγαπά να γράφει, αφήνοντας την πένα να με κατευθύνει σε ό,τι εξυπηρετεί την εκάστοτε έμπνευση ή ιδέα. Αν χρειάζεται κάτι να επιλέξω, τότε το “συγγραφέας” είναι πιο ταιριαστό γιατί περικλείει κι όλα τα υπόλοιπα.

Γιατί γράφετε; Τι ήταν αυτό που σας παρακίνησε, ώστε να κάνετε αυτό το βήμα προς τη λογοτεχνία;

Πάντα σε αυτή την ερώτηση απαντάω “γιατί δε μπορώ να κάνω αλλιώς” και ίσως ακούγεται τετριμμένο, απλοϊκό, αλλά έτσι είναι. Νιώθω μια δύναμη μέσα μου που πασχίζει να εκτονωθεί. Η γραφή είναι ο τρόπος μου, προτιμώ να γράφω παρά να μιλάω, δε μπορώ αλλιώς να το εξηγήσω.

Έχετε διανύσει μια αξιόλογη διαδρομή στα ελληνικά γράμματα. Είστε ικανοποιημένος από όλα όσα έχετε καταφέρει μέχρι σήμερα;

Σας ευχαριστώ πολύ! Ικανοποιημένος νιώθω γιατί ό,τι έχω κάνει βγαίνει από την ψυχή μου, είναι αληθινό ως προς τις προθέσεις του, αλλά και επειδή δεν έχω κάνει κάτι απλά και μόνο για να υπάρχω στα “πράγματα”.

Εντοπίζετε κοινά στοιχεία ανάμεσα στο δοκιμιακό και το λογοτεχνικό κείμενο; Εσείς ως άνθρωπος που έχετε ασχοληθεί με πολλά είδη του λόγου, δυσκολευτήκατε ποτέ να προσαρμόσετε το ύφος της γραφής σας ανάλογα με την περίσταση κάθε φορά, προκειμένου να γίνετε περισσότερο αποδεκτός στο αναγνωστικό κοινό που απευθύνεστε;

Σπάνια επιδιώκω να προσαρμόζω τον τρόπο γραφής μου κι αν το κάνω κάποιες φορές θα είναι καθαρά για να εξυπηρετήσω καλύτερα μια ιδέα, έναν άλλο τρόπο, δηλαδή, να δώσω μια ιστορία στον αναγνώστη. Θεωρώ όμως ότι όταν αλλάζει κανείς το ύφος της γραφής του απλά και μόνο για να γίνει αποδεκτός, αυτό τον καθιστά λιγότερο τίμιο ως προς τον εαυτό του κυρίως και τελικά τον αποδυναμώνει καλλιτεχνικά και στα μάτια του κοινού.

Δεδομένου ότι το ενδιαφέρον σας στρέφεται και προς την πεζογραφία, αλλά και προς την ποίηση, ποιο είναι το αγαπημένο σας λογοτεχνικό είδος και γιατί;

Αγαπώ πολύ να γράφω ακολουθώντας μια φόρμα που συνδυάζει και τα δύο. Πεζά κείμενα, μικρά συνήθως σε έκταση, με ένα ύφος πιο ποιητικό, ακόμα και με φράσεις που καμιά φορά ομοιοκαταληκτούν. Μου βγαίνει αυθόρμητα. Καθαρή ποίηση δεν τολμώ να επιχειρήσω συχνά, την ποίηση την σέβομαι με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο και για να είμαι ειλικρινής δεν θεωρώ τον εαυτό μου επαρκή.

Εμφανιστήκατε στη λογοτεχνία το 2010. Τι έχει αλλάξει στο χώρο του βιβλίου όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν από τότε;

Όχι πολλά. Το πάντα περιορισμένο στη χώρα μας αναγνωστικό κοινό δημιουργεί μια συγκεκριμένη συνθήκη, κάνει από τη μία τους μεγάλους εκδοτικούς που κυριαρχούν στην αγορά αρκετά οχυρωμένους, γενικά και τους δυσανάλογα πολλούς μικρούς να ασθμαίνουν λόγω της ανύπαρκτης στην ουσία τοποθέτησης στα βιβλιοπωλεία και της ανύπαρκτης επίσης προώθησης. Από την άλλη υπάρχει το διαδίκτυο, ευτυχώς, που δίνει τη δυνατότητα στους αναγνώστες να ανακαλύψουν εάν το θέλουν νέα πράγματα και ενδιαφέρουσες φωνές, τόσο στο έντυπο βιβλίο όσο και στο ηλεκτρονικό.

Δέχεστε επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς ή ποιητές στα έργα σας;

Όλοι όσοι γράφουμε δεχόμαστε επιρροές, είτε το λέμε είτε όχι και είναι λογικό, αγαπάμε τη λογοτεχνία, διαβάζουμε και μοιραία κάποιοι συγγραφείς έχουν λειτουργήσει ως δάσκαλοί μας. Και ο καλός δάσκαλος πάντα επηρεάζει και κατευθύνει τον μαθητή.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Έμπνευση και ερέθισμα για μια ιστορία μπορώ να έχω από τα πάντα. Περισσότερο όμως με εμπνέει ο άνθρωπος, το δυσθεώρητο και ανεξάντλητο μέσα μας. Γι’ αυτό σχεδόν πάντα στο επίκεντρο όσων δημιουργώ βρίσκεται ο άνθρωπος.

Θεωρείτε ότι υπάρχει συνταγή για τη συγγραφή ενός καλού βιβλίου; Τι είναι αυτό που το χαρακτηρίζει καλό;

Δεν πιστεύω στις συνταγές όταν κάνεις τέχνη. Συνταγές έχει το μάρκετινγκ και η επικοινωνία. Καλό βιβλίο είναι το αληθινό βιβλίο.

Είναι χρέος του κάθε δημιουργού να μοιράζεται το έργο του όταν το ολοκληρώσει; Τι πιστεύετε; Εσείς στη προκειμένη περίπτωση, γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το τελευταίο σας βιβλίο;

Χρέος για τον καθένα μας είναι ό,τι υπαγορεύει η συνείδησή του. Δεν είναι υποχρεωτικό, φυσικά, οτιδήποτε γράφουμε να πρέπει να εκδοθεί, το καθετί θέλει το χρόνο του εξάλλου, αλλά από την άλλη η τέχνη αποκτά άλλη πνοή και υπόσταση όταν μοιράζεται. Είναι σαν την αγάπη, ας πούμε, δεν αρκεί να λέμε ή να σκεφτόμαστε ότι αγαπάμε, πρέπει να την απευθύνουμε, να την εκπέμπουμε την αγάπη μας, έτσι της δίνουμε ζωή και νόημα. Ο “Οδοιπόρος” ήταν από την αρχή μια ιστορία που ήθελα να μοιραστώ, από τα μικρότερα κείμενα που πρώτα δημοσίευα στο ιστολόγιό μου, έως και την ολοκληρωμένη του μορφή που έγινε βιβλίο.


Ας αναφερθούμε σ’ αυτό. Πρόκειται ένα αφήγημα, που φέρει τον τίτλο «Οδοιπόρος» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Γλαρόλυκοι». Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο αυτό στα χέρια του;

Ναι, είναι ένα αφήγημα στο οποίο πρωταγωνιστής είναι ο άνθρωπος. Ο απλός, καθημερινός άνθρωπος και οι αγωνίες του. Στο βιβλίο ακολουθούμε τα βήματα ενός νέου ανθρώπου που περπατά συνεχώς κουβαλώντας στην πλάτη του έναν βαρύ σάκο. Περπατάμε μαζί του, βλέπουμε μέσα από τα μάτια του, ακούμε τις σκέψεις και τους βαθύτερους προβληματισμούς του. Όλο αυτό δίνεται μέσα από μικρά κεφάλαια που το καθένα αποτελεί και μια ξεχωριστή ιστορία. Είναι ένα αφήγημα αλληγορικό, με πολλούς συμβολισμούς.

Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλό του βιβλίου σας;

Ο τίτλος υπαγορεύθηκε από την ίδια την ιστορία, αλλά επιπλέον από την επιλογή ο ήρωας του βιβλίου να μην έχει όνομα. Όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο: μπορεί να έχει κάθε όνομα, γι’ αυτό και δεν έχει κανένα, μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε, γι’ αυτό δεν είναι κάποιος συγκεκριμένα. Αυτός είναι ο Οδοιπόρος.

Ποιος είναι ο Οδοιπόρος της δικής σας ζωής και τι συμβολίζει;

Η ζωή φέρνει δίπλα μας πολλούς οδοιπόρους. Άλλοι βαδίζουν πλάι μας περισσότερο, άλλοι λιγότερο, κάποιοι αφήνουν ισχυρό αποτύπωμα, πολλοί προσπερνούν και αργότερα ξεχνιούνται. Αυτοί που τελικά γίνονται συνοδοιπόροι μας, είναι αυτοί που μας κάνουν να αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, την καθημερινότητα και τον εαυτό μας με έναν διαφορετικό τρόπο. Που μας ανοίγουν και μας διευρύνουν.

Τι σας ενέπνευσε για τη συγγραφή του βιβλίου σας;

Ο Οδοιπόρος είναι εμπνευσμένος από τον αρχαίο μύθο του Σίσυφου, με τον βαρύ σάκο στην περίπτωση του Οδοιπόρου να είναι όχι κάποια τιμωρία, όπως συμβαίνει στον μύθο, αλλά ένα δυσβάσταχτο, φριχτό καθήκον που κατά κάποιον τρόπο κληρονομείται στους ανθρώπους σαν άλλο προπατορικό αμάρτημα.

Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από το έργο σας στον αναγνώστη;

Προσπαθώ πάντα να περνάω αισιόδοξα μηνύματα μέσα απ’ ότι γράφω. Πιστεύω πολύ στη θετική ματιά, δεν είναι πάντα εμφανές στις ιστορίες μου πρέπει να ομολογήσω, αλλά ακόμα και μέσα από την πιο σκοτεινή ιστορία, πάντα βλέπω μπροστά το φως. Χωρίς αυτό το φως, για μένα, δεν έχει νόημα, αυτό είναι το κίνητρο.

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Ενδιαφέρουσα ερώτηση, ομολογώ δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Έτσι όπως τώρα το φέρνω στο μυαλό μου, δε βρίσκω κάποιον λόγο γιατί ένας αναγνώστης μικρότερης ηλικίας να μην βρεθεί πλάι στον “Οδοιπόρο”, να μην τον κατανοήσει, ακόμα και να ταυτιστεί μαζί του σε έναν βαθμό βέβαια.

Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Γλαρόλυκοι»; Δεδομένου ότι έχετε συνεργαστεί και με άλλους εκδοτικούς οίκους μέχρι σήμερα, θεωρείτε πως ένας καλός οικοδεσπότης συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση του έργου ενός συγγραφέα;

Από την πρώτη στιγμή που συναντήθηκα με τους Γλαρόλυκους, με τον Χρήστο τον Κουλαξίζη αρχικά αλλά και με όλη την υπέροχη ομάδα, αισθάνθηκα κάτι που καθόλου εύκολα δεν το βρίσκεις σε συνεργασίες. Αισθάνθηκα πως ήμουν ήδη εκεί, πώς ήδη ήμουν στην παρέα τους και αυτό, ξέρετε, εκτός απ’ το ότι σε κάνει να νιώθεις όμορφα, σε απελευθερώνει και δημιουργικά. Οι Γλαρόλυκοι δεν είναι απλά και στεγνά ένας εκδοτικός οίκος, είναι μια συντροφιά από πολύ δημιουργικούς ανθρώπους που αγαπάνε αυτό που κάνουν. Είναι πολύ σημαντικό, όλα γίνονται για να προσφέρεται στο κοινό κάτι πολύ όμορφο και πραγματικά ελπίζω η προσπάθεια που κάνουν οι Γλαρόλυκοι να πηγαίνει όλο και καλύτερα, να βρίσκει όλο και μεγαλύτερη ανταπόκριση γιατί αξίζει.


Επόμενα συγγραφικά βήματα κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;

Έχω κάποια πράγματα στο μυαλό μου, αλλά είναι πολύ νωρίς για να ξέρω πώς θα καταλήξουν αυτά που σκέφτομαι.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα απόσπασμα από το βιβλίο σας. 

“Κάποιο χάραμα του φθινοπώρου, σε χρόνο ανύποπτο, θα με βρείτε μακριά έξω απ’ την πόλη, να περιμένω ανάμεσα στ’ αγριολούλουδα ένα ολόχρυσο άρμα που το σέρνουν τέσσερα διάφανα άλογα. Ο σάκος μου θα έχει πάρει φωτιά που πίσω δε θ’ αφήσει καθόλου στάχτη και άλλο ίχνος δικό μου δε θα μείνει να μαρτυρά τα ρούχα που φόρεσα, την παλιά μου ύπαρξη. Σαν γύρη θα ταξιδέψω αθέατος σε παρθένους τόπους για να κάνω σπίτι μου ένα καινούριο λιβάδι. Τότε, δε θα φοβάμαι πια τον ήλιο, ούτε θα χρειάζεται να αποφεύγω τη βροχή. Γύρω μου θα έχω μόνο φίλους ευγενικούς που θα μου χαμογελούν, θα με συντροφεύουν και θα με αγαπούν, κι ας μην είμαι το πιο όμορφο, το πιο μυρωδάτο λουλούδι. Και τότε δε θα έχω την ανάγκη πια να περπατάω ούτε να μονολογώ, γιατί η ρίζα μου θα είναι βαθιά και δυνατή. Θα με βρείτε εκεί, ανάμεσα στ’ αγριολούλουδα”.

Κύριε Νίκου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική και συγγραφική.

Εγώ σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Εύχομαι σε όλους καλές γιορτές με υγεία, αγάπη και έναν νέο χρόνο γεμάτο δύναμη και στιγμές ευτυχίας.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια