«ΑΠΟΥΣΙΑ» διήγημα


Πλησιάζω το σπίτι. Μου ανοίγεις την πόρτα. Ένα χαμόγελο πάντα ζεστό και ειλικρινές με υποδέχεται. Δεν είναι πολλά πράγματα πια όπως τα θυμάμαι από παλιά. Είσαι ντυμένη ωραία, με τα μαλλιά σου πίσω δεμένα. Τα σκαμμένα από τα χρόνια χαρακτηριστικά ζωγραφίζουν αμέσως επάνω σου μια όμορφη όψη χαράς. Τη στιγμή όμως που η πόρτα ανοίγει, σβήνουν τα χρώματα και μπροστά βγαίνουν οι σκιές. Είναι άδεια ξαφνικά η είσοδος, λες και η πόρτα άνοιξε από μόνη της. Λείπεις εσύ.

Στιγμές μετά σε βλέπω παραμέσα, στον στενόμακρο διάδρομο που οδηγεί στην μικρή μας κουζίνα. Μου νεύεις να προχωρήσω, πάντα χαμογελαστή. Ακολουθώ ανακουφισμένος. Κι εγώ με χαμόγελο. Το τραπέζι μάς περιμένει στρωμένο, δυο καρέκλες τραβηγμένες ελαφρά, δυο πιάτα αχνιστό φαγητό, φρεσκοκομμένο ψωμί, δυο ποτήρια αναψυκτικό. Στρέφω για λίγο το βλέμμα μου αλλού για να βρω μετά και πάλι το ίδιο κενό. Πάντα κάτι λείπει απ' τη σκηνή. Ένα πιάτο, ένα ποτήρι, άδεια όλα και αντί για ψωμί, ψίχουλα σκορπισμένα πάνω στο τραπέζι. Λείπεις εσύ.

Ίσως με περιμένεις στην κρεβατοκάμαρα. Καθισμένη στο κρεβάτι με την τηλεόραση αναμμένη που σπάνια σε νοιάζει τι παίζει. Αφοσιωμένη περισσότερο πάντα στα βελονάκια, να φτιάχνεις σχέδια, κόσμους ολόκληρους δικούς σου που εγώ δε μπορώ να δω. Και πάντα δίπλα στο κομοδίνο ένα μισογεμάτο τασάκι κι ένα άτσαλα τυλιγμένο τσιγάρο να σιγοκαίγεται μόνο του. Στην κρεβατοκάμαρά σου μπορείς να είσαι λίγο πιο απεριποίητη, σου το επιτρέπεις, με τα μαλλιά λυμμένα, δεν πειράζει. Συχνά παρατηρώ πως κοιτάζεσαι στον μεγάλο καθρέπτη του πλαινού τοίχου. Θα ήθελα πολύ να μπορώ να καταλάβω τι βλέπεις, τι αισθάνεσαι, πολλές φορές η όψη σου σκοτεινιάζει, λες και βυθίζεσαι αργά σε μια δική σου κινούμενη άμμο. 

Το είδωλο στον καθρέπτη. Μόνο αυτό βλέπω τώρα σ' ένα δωμάτιο άδειο και αφώτιστο. Στρωμένο το κρεβάτι, τακτοποιημένα τα πράγματα στο κομοδίνο, καθαρό το τασάκι, πουθενά το κουτάκι με τον καπνό σου. Τα βελονάκια αφημένα στο πρώτο συρτάρι κι ένα μισοτελειωμένο πλεκτό σε μια καρέκλα δίπλα στο καλοριφέρ. Ούτε εδώ σε βρίσκω. Μοιάζουν όλα με κακό όνειρο. 

Ακούω μια φωνή. Είναι η δική σου φωνή ή η ηχώ της από κάποια παλιά, μακρινή ανάμνηση; Με βλέπεις, άραγε, από κάπου; Εγώ δε μπορώ να σε δω πια. Άδειος κι ο καθρέπτης τώρα. Το δωμάτιο κλειστό. Λείπεις εσύ. Εικόνες όλες άλλοτε ασπρόμαυρες, άλλοτε βαμμένες στα χρώματα μιας παλιάς ξεφτισμένης φωτογραφίας. 


Φωτογραφία ανάρτησης: Hoàng Anh Vũ από το Pixabay

Δημοσίευση σχολίου

2 Σχόλια