Παλιά ρολόγια, αφημένα, ξεχασμένα,
ένα ιδιότυπο κοιμητήριο του χρόνου που προσπερνά και φεύγει.
Όλα σταματημένα σε διαφορετικές ώρες,
λες και ξαφνικά πέθαναν τη στιγμή που κάποιος έπαψε να τα κοιτά
ή έπαψε να περιμένει.
Οι δείκτες τους, άλλοτε χέρια που έδειχναν κατεύθυνση,
Οι δείκτες τους, άλλοτε χέρια που έδειχναν κατεύθυνση,
τώρα ακίνητοι, χαμένοι στην άβυσσο των χαμένων λεπτών.
Στις σκιές του χρόνου.
Κάθε ρολόι εικόνα μιας ζωής που κύλησε αλλιώς·
ένα ξυπνητήρι που δε χτύπησε κάποιο πρωί,
ένα σαλόνι που άδειασε αφήνοντας πίσω του μονάχα ένα «τικ-τακ»
να αντανακλά και να καρφώνεται στους τοίχους.
Μια μπαλάντα για όσα σπαταλήθηκαν, ή έμειναν αξόδευτα.
Για πολλούς ο χρόνος δε μετρά πια - μόνο θυμάται. Όσο θυμάται.
Για πολλούς ο χρόνος δε μετρά πια - μόνο θυμάται. Όσο θυμάται.
Κι εγώ, κοιτώντας τα, νιώθω πως αν ακουμπήσω ένα απ' αυτά,
ίσως ν’ αρχίσει να πάλλεται μέσα του ξανά η καρδιά του κόσμου.
Ή ίσως, απλά, να μετρήσει λίγο τον δικό μου χαμένο χρόνο.
ίσως ν’ αρχίσει να πάλλεται μέσα του ξανά η καρδιά του κόσμου.
Ή ίσως, απλά, να μετρήσει λίγο τον δικό μου χαμένο χρόνο.

0 Σχόλια