1821-2021: 200 Χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση

Διακόσια χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μια επέτειος κάθε χρόνο σημαντική, για μια περίοδο που γράφτηκε με χρυσά γράμματα στις σελίδες της ευρωπαϊκής ιστορίας. Επέτειος και γιορτή με ξεχωριστή σημασία για κάθε Έλληνα, που κι εμένα πάντα με συγκινούσε ξεχωριστά, από τις πρώτες σχολικές γιορτές και τις υπερήφανες μαθητικές μας παρελάσεις, έως σήμερα, που μπορώ να την ερμηνεύω και με ξεχωριστή, διαφορετική ματιά.

Διακόσια χρόνια μετά, όπως πάντα, η ελευθερία, έννοια, λέξη, ιδέα και ιδανικό αιώνιο και υπέρτατο, συνεχίζει να δονεί, να συγκινεί, να εμπνέει, να γεννά θέληση και πίστη στην ψυχή του ανθρώπου. Του κάθε ανθρώπου που αγωνίζεται για δίκαια και ιερά. Ένας λαός μικρός, πολύ μικρός, ανύπαρκτος τότε, ουσιαστικά πεθαμένος, σήκωσε ανάστημα και τόλμησε να ξανακοιτάξει ψηλά. Θυμήθηκε τις ρίζες του, την ιστορία, την κληρονομιά και τη μεγάλη ευθύνη του. Θυμήθηκε τους ήρωές του. Ο Διαφωτισμός, βρήκε επιτέλους χώμα και ρίζωσε σιγά σιγά καί στην υπόδουλη, ταλαιπωρημένη Ελλάδα. Γράφει ο Ρήγας Φεραίος, στον θαυμάσιο "Ύμνο Πατριωτικό", «Ἀλέξανδρε, τώρα νὰ βγῇς ἀπὸ τὸν τάφον» κι ύστερα «Ὁ Λεωνίδας ποῦ νὰ ζῇ μὲ τοὺς τρακόσιους του μαζὶ, νὰ ἰδῇ τὸν Σπαρτιάτη πῶς ρίχνεται σὰν ἄτι».

Ο Άγγλος ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ, γράφει στο λυρικό ποίημα "Ελλάς":
«Μια Αργώ αψηλή το κύμα σκίζει,
Με άθλους καινούργιους φορτωμένη.
Ορφέας καινούργιος κιθαρίζει,
Και, όλος αγάπη, κλαίει, πεθαίνει.
Νέος Οδυσσέας ξαναφήνει
Την Καλυψώ στο ερμόνησό της, για της πατρίδας την ειρήνη.»
(μετάφραση: Α.Μ.Στρατηγόπουλος)

Τους θυμήθηκε και τους ζωντάνεψε. Και τους έκανε κάτι παραπάνω από ήρωες. Τους ανέβασε στον ουρανό και τους έκανε Αγίους. Το εικονοστάσι του 1821, κατάφορτο από ήρωες που έγιναν Άγιοι στη συνείδηση ενός έθνους και στα πανανθρώπινα ιδανικά. Άγιοι, για την τόλμη, για την τρέλα κόντρα σε κάθε λογική, για την μοναδική ανδρεία, για την πίστη, για θαύματα τέτοια, μεγαλειώδη, που μονάχα χέρι αγίου μπορεί να πραγματώσει. Με πίστη.

Γράφει ο Σπύρος Μελάς, το 1948:
«Ένας Άγιος ήταν ο Κολοκοτρώνης, που, μόνο γιατί πίστευε, μπορούσε να χτυπάη το σπαθί του στην γη και να την κάνη να βγάζη αρματωμένα παλληκάρια, ικανά να κυριεύουν κάστρα και να λιανίζουν στρατιές σαν του Δράμαλη.
Άγιος ήταν ο Μιαούλης, που έκανε τα ναυτάκια του να νικούν τους ηνωμένους στόλους Τουρκίας και Αιγύπτου στο στενό της Σάμου. Γιατί το όπλο του ήταν η πίστις στην Ιδέα, η πίστις και η ελπίς στον Παντοδύναμο.
Άγιος ήταν ο Κανάρης, όταν κολλούσε με τους ηρωικούς του γεμιτζήδες, τα μπουρλότα του στα πλευρά των ντελινιών και των κορβετών του Τουρκικού στόλου και τα παράδινε στις φλόγες σαν πυροτεχνήματα.
Άγιος ήταν ο Νικηταράς, όταν ωρμούσε με μια φούχτα παλληκάρια, με γυμνό σπαθί κατά της στρατιάς του Δράμαλη.
Άγιος ήταν ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι, αυτή την απάντησι του Μωριά στην αρχαία μάχη των Θερμοπυλών, άγιος ο Δημήτριος Υψηλάντης στους Μύλους του Άργους όταν αντιμετώπιζε τον Ιμπραήμ, άγιος ο Καραϊσκάκης στην Αράχωβα κι ο Ανδρούτσος στο Χάνι της Γραβιάς...
Άγιοι, δημιουργοί θαυμάτων, που δεν χωρούν στην κοινή λογική και που δεν έχουν άλλην εξήγησι από την πίστι.»

Το πλήρωμα του χρόνου είχε έρθει, ο φοίνικας να αναγεννηθεί από τις στάχτες του. Οι ήρωες μαχητές, οι πνευματικοί άνθρωποι, οι φιλέλληνες, οι εθνικοί ευεργέτες, οι φωτισμένοι άρχοντες, άνθρωποι που η μοίρα θέλησε να βρεθούν τα χρόνια εκείνα σε θέσεις κλειδιά, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ο καθένας έβαλε το δικό του λιθαράκι στο δύσκολο οικοδόμημα της ελευθερίας και ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, που λίγοι το πίστευαν. Η σταθερότητα αυτού του οικοδομήματος πολλές φορές βρέθηκε να κρέμεται από μια κλωστή - ιδίως μέσα στα χρόνια της επανάστασης. Έριδες, συγκρούσεις, εμφύλιοι σπαραγμοί. Χρειάστηκαν κι άλλα μικρά ή μεγαλύτερα θαύματα - που ευτυχώς έγιναν. «Οι Έλληνες είναι τρελοί αλλά έχουν γνωστικό Θεό που τους προστατεύει», είχε πει ο Κολοκοτρώνης κι αυτός ο γνωστικός Θεός, χρειάστηκε πολλές φορές να βάλει το χέρι Του. Για μια Ελλάδα, προορισμένη να ζήσει και να συνεχίσει το μεγάλο ταξίδι της μέσα στην ιστορία. 

«Η Ελλάς στα ερείπια τού Μεσολογγίου», έργο του Ευγενίου Ντελακρουά

Μετά τον Μεγάλο Αγώνα, ένας άλλος άρχιζε, ακόμα μεγαλύτερος για κάθε λαό και την αξιοπρέπειά του. Αγώνας διαρκής, σκληρός σαν πόλεμος με μανδύα ειρήνης - ύπουλος. Αγώνας που ακόμα παλεύουμε σαν ελεύθερη χώρα, σχεδόν διακοσίων ετών πια. Ο πόλεμος να φτάσουμε από το "εγώ" στο "εμείς", που τόσο εύστοχα όρισε ο Μακρυγιάννης στα "Απομνημονεύματά" του: «Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός ‟εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς ‟εγώ”; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε ‟εμείς”. Είμαστε εις το ‟εμείς” και όχι εις το ‟εγώ”. Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί».

Έχεις δρόμο ακόμα, πατρίδα μου. Με αγώνα, πάντα, και αγάπη.

«Η Ελλάς ευγνωμονούσα», έργο του Θεοδώρου Βρυζάκη


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια